O νεαρός Σοβερίνος παρακολουθούσε τη Λύριεν όσο ανέβαινε για να σιγουρευτεί ότι δεν θα έπεφτε και ήταν έτοιμος να βοηθήσει αν χρειαστεί. Ευτυχώς, όλα πήγαν καλά. Αλλά μετά ακολούθησε το χάος, και ο Ρατζίν την κοίταξε για μια στιγμή όταν ζήτησε από αυτόν, που ήταν ένας Σοβερίνος και όλοι του έριχναν ένα κεφάλι τουλάχιστον, να βρει τη σκάλα στο χαμό.
"Βεβαίως." είπε ήρεμα παρόλα αυτά. Ευκίνητος, χάθηκε μέσα στο πλήθος και έφτασε ένα κατάρτι, το οποίο εύκολα σκαρφάλωσε δύο μέτρα, ίσα για να κοιτάξει που ήταν η σκάλα πάνω από τον κόσμο. Την εντόπισε, και κατάλαβε και τις προθέσεις της Λύριεν. Μια καμπίνα.
Κρατώντας το κατάρτι με το ένα χέρι, ο Ρατζίν έβαλε δύο δάχτυλα του άλλου στο στόμα του και σφύριξε δυνατά, διαπεραστικά, κάνοντας τον ήχο του γερακιού. Πολλοί γύρω του ξαφνιάστηκαν και γύρισαν, αλλ΄α ο Πολεμιστής είχε σκοπό να τον δει η Λύριεν. Μόλις είχαν οπτική επαφή της έκανε ένα νόημα τύπου "μείνε εκεί, έρχομαι σε λίγο", και πήδηξε από το κατάρτι πάλι στο κατάστρωμα.
Ο Ρατζίν κατάφερε να χωθεί ανάμεσα στον κόσμο και κατέβηκε τις σκάλες, όπου είδε κόσμο να μπαίνει σε καμπίνες. Φάνηκε ότι ίσως ήταν λίγο "όποιος κάτσει πρώτος την παίρνει, αρκεί να έχει να πληρώσει μετά.", και ο Σοβερίνος κινήθηκε γρήγορα και βρήκε μια μικρή, μονή καμπίνα στην οποία μπήκε. Λίγο μετά από αυτόν μπήκε ένας Νάνος με δυνατά, εκτεθειμένα μπράτσα με τατουάζ, κόκκινα μούσια και καράφλα.
"Δίνε του μικρέ." είπε γρυλλίζοντας και ο Ρατζίν γύρισε να τον κοιτάξει. Ο Νάνος ήταν ψηλότερος και σίγουρα φαρδύτερος και δυνατότερος, και είχε δύο μικρά τσεκούρια στη ζώνη του. Προφανώς και ήθελε να τον τραμπουκίσει για να του πάρει το δωμάτιο. Αλλά ο Ρατζίν είχε ταξιδέψει τα πρώτα χρόνια της ζωής του με τον πατέρα του και τους υπόλοιπους Σοβερίνους της ομάδας του. Νομάδες, πλανόδιοι διασκεδαστές, πολύ συχνά δεν αντιμετώπιζαν φιλικές ή καλές συνθήκες. Ο Ρατζίν ήταν στην Ακαδημία τα εφηβικά του χρόνια, ΄σχι στο καραβάνι, αλλά ακόμα θυμόταν κάποια πράγματα, παραστάσεις από το πώς χειριζόταν τις καταστάσεις ο πατέρας του.
"Ήρθα πρώτος, αλλά θα δεχτώ να παραχωρήσω το δωμάτιο σε κάποιον πιο άξιο από εμένα." είπε με ήρεμο τόνο, χωρίς χαμόγελο. Δεν έπρεπε να δείξει αδυναμία, και έπρεπε να πάρει τον έλεγχο της κατάστασης. Τα χέρια του τεντώθηκαν μπροστά, οι παλάμες του φανερές, και έδειξε ένα κέρμα στο Νάνο. "Αν μου πεις που είναι το κέρμα όταν σε ρωτήσω, είσαι καλύτερός μου." είπε ήρεμα. "Ο Κράντιν Ράσετμπιρντ πάντα έλεγε ότι οι Νάνοι έχουν φοβερά μάτια, δεν τους γελάς εύκολα. Και, όντως, ποτέ δεν κατάφερα να τον ξεγελάσω. Τι λες? Πάμε λοιπόν." είπε, χρησιμοποιώντας ένα μείγμα κολακείας, πρόκλησης, αναφορά ονόματος άλλου Νάνου και ταχύτητας για να κάνει τον, κάπως μπερδεμένο Νάνο, να γνέψει.
Τα χέρια του Ρατζίν έκλεισαν, και άρχισαν να κινούνται. Οι εσωτερικές πλευρές των κλειστών γροθιών του χτύπησαν απαλά η μία την άλλη. Οι καρποί του περιστράφηκαν. Πέταξε τα χέρια του προς τα πάνω, σαν να άπλωνε ένα τραπεζομάντηλο, και μετά περιστράφηκε μία φορά και "πέταξε" κάτι προς το Νάνο, τρομάζοντάς τον λίγο, αλλά τίποτα δεν φάνηκε να φεύγει από το χέρι του όταν αυτό άνοιξε για λίγο. Οι καρποί του περιστράφηκαν για άλλη μία φορά και μετά ο Ρατζίν έτεινε δύο κλειστές γροθιές προς το Νάνο.
"Πού είναι το κέρμα?" τον ρώτησε με σοβαρό ύφος, κοιτώντας τον στα μάτια. Ο Νάνος συνοφρυώθηκε για μια στιγμή, έχοντας παρακολουθήσει προσεκτικά τις κινήσεις του Σοβερίνου. Σε απάντηση, η χερούκλά του Νάνου γράπωσε το αριστερό, πιο λεπτό χέρι του Ρατζίν και το άνοιξε. Τίποτα εκεί. Ο Νάνος γρύλλισε και έπιασε το άλλο χέρι, ανοίγοντάς το. Τίποτα.
"Κοροϊδία!" διαμαρτυρήθηκε αλλά ο Ρατζίν απελευθέρωσε τα χέρια του και έγνεψε αρνητικά. "Το ζητούμενο ήταν να μου πεις πού ήταν το κέρμα, όχι σε ποιο χέρι. Και για του λόγου το αληθές, άγγιξε πίσω από το δεξί σου ώμο." είπε ήρεμα. Ο Νάνος άπλωσε το μεγάλο αριστερό του χέρι πίσω από το δεξί ώμο και τα μάτια του άνοιξαν όταν ένοιωσε εκεί ένα κέρμα σκαλωμένο στις διπλώσεις της μπλούζας του! Δεν το είχε νιώσει καθόλου? Πώς έγινε αυτό?
"Νομίζω είναι ώρα να φύγεις. Προλαβαίνεις ίσως κάποια άλλη καμπίνα." είπε ήρεμα ο Ρατζίν αλλά ο Νάνος ξεφύσηξε.
¨"Δεν με νοιάζουν τα κόλπα σου μικρέ, την έκανες , σαΐτα!" είπε πιο δυνατά και έκανε ένα βήμα προς τον νεαρό. Ο Ρατζίν τον κοίταξε ψύχραιμα.
"Κοίτα πίσω στη ζώνη σου αριστερά." είπε ήρεμα ο Ρατζίν. Ο Νάνος σταμάτησε και έψαξε με το χέρι του, και η ανάσα του διακόπηκε για μια στιγμή όταν έπιασε κάτι κρύο και μεταλλικό. Το έφερε μπροστά και είδε ένα μαχαίρι που είχε τοποθετηθεί προσεκτικά μεταξύ των "δαχτυλιδιών" που έκανε η δερμάτινη ζώνη του όπως την είχε φορέσει γύρω του. Πότε είχε γίνει αυτό?
"Αν συνεχίσει όλο αυτό, το επόμενο μαχαίρι θα πάει οχτώ εκατοστά πιο πάνω. Όπως και το μαχαίρι που κρατάς, δεν θα το δεις ποτέ να έρχεται." είπε με φωνή ήρεμη αλλά κρύα σαν τη λεπίδα του μαχαιριού ο Ρατζίν, και το όπλο έφυγε από το χέρι του Νάνου σαν να είχε μόνο του θέληση και έφτασε στο χέρι του Ρατζίν. Ο Νάνος, για πρώτη φορά, έκανε ένα βήμα πίσω, κοιτώντας τον νεαρό με νέα μάτια, και μετά γύρισε και έφυγε βρίζοντας.
Ο Ρατζίν χαμογέλασε αχνά. Σκέφτηκε ότι αν τον έβλεπε ο πατέρας του, ίσως να ήταν περήφανος. Ο Σοβερίνος άφησε ένα άυλο κλώνο του στο δωμάτιο χρησιμοποιώντας τις Σκιές του Αλ Ρασίντ , ώστε το δωμάτιο να φαίνεται κατειλημμένο, και ανέβηκε πάνω για να βρει ξανά τη Λύριεν.
"Καθηγήτρια Μαρκιέλ, σας έκλεισα μια καμπίνα. Από εδώ." είπε ευγενικά και με φωνή πιο απαλή και νεανική από αυτή που είχε χρησιμοποιήσει με το Νάνο, και ξεκίνησε να την οδηγεί στην καμπίνα που είχε εξασφαλίσει.