Rasnarry Academy

Εκεί που η ιστορία λυγίζει... [Νέαρχος]

Κασσάνδρα Καν




Άνοιξη 1306

Ένα αναγκαίο ταξίδι στην Ελεσσέα, στην πόλη που γνωρίζει την πολυεθνικότητα αλλά και τη σκοτεινή πλευρά της. Μια πόλη κόσμημα του χάρτη που στολίζει την διασταύρωση τριών χωρών, αυτής των Ξωτικών, των Νάνων και των Ανθρώπων. Τόσο σκοτεινή παράλληλα με την μαφία και το εμπόριο να έχουν πρωταρχικό ρόλο στις γωνιές της. Μόνο εκεί θα τον έβρισκε όμως. Εκεί που η ιστορία λυγίζει...

Η Ακαδημία χρειαζόταν συμμάχους. Η αναταραχές συνεχίζονταν προς πάσα άκρη του κόσμου και κανένας δεν μπορούσε να μείνει αμέτοχος. Η Κασσάνδρα με το Ζέπελιν Μάελστορμ έφθασε λίγο πιο έξω από την πόλη. Κατεβαίνοντας φρόντισε να καλύψει το πρόσωπο της με την κουκούλα της και να χαθεί στο πλήθος με το που πέρασε τις πύλες της Ελεσσέας.

Με τον ίδιο δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει, αλλά μια παλαιά γνωριμία και των δύο, της είπε στο γράμμα ότι μόνο εκεί θα τον βρει, εκεί είναι τα λημέρια του. Η Κασσάνδρα διαπερνούσε το πλήθος ψάχνοντας για την μορφή του. Ψύλλοι στα άχυρα θα έλεγε κανείς, αλλά η Κασσάνδρα ήταν σίγουρη ότι θα τον έβρισκε.

Οι ώρες περνούσαν, και το βράδυ την βρήκε απέξω από την τελευταία ταβέρνα της πόλης. Η παιχνιδιάρικη ταμπέλα της και το σφαγμένο αγριογούρουνο, από τα δάση της Λιρέλ, απέξω έδειχναν το τσιμπούσι που θα γινόταν μέσα. Η Κασσάνδρα έκανε ένα βήμα και προχώρησε εντός της ταβέρνας. Με ένα βλέμμα βολιδοσκόπησε τα τραπέζια ένα ένα ενώ ο κόσμος έτρωγε και έπινε τον άμπακο. Τα μάτια της κουρασμένα πια, έπεσαν πάνω του. Ήταν αυτός. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία. Καθόταν μόνος σε μια άκρη με μια μπύρα στο τραπέζι. Παρόλο που φορούσε κουκούλα, μπορούσε να αναγνωρίσει την άκρη των χειλιών του. Αυτό της ήταν αρκετό.

Διέσχισε αργά, περνώντας ανάμεσα από τραπέζια, φθάνοντας σε αυτόν. Τραβώντας ελαφρά την κουκούλα της για να φανεί το πρόσωπο της, άφησε έναν αναστεναγμό ανακούφισης. «Είσαι δύσκολος στο να βρεθείς να ξέρεις…» Κάθισε απέναντι του και παράγγειλε ένα κρασί για εκείνην. Το χρειαζόταν στην προκειμένη περίπτωση.


Νέαρχος

Ήταν η τελευταία μέρα του στην πόλη, χαράματα θα έφευγε για τα μέρη που όσο κι αν δοκίμαζαν τις αντοχές του ήξερε πως δε μπορούσε να ζήσει καιρό μακριά τους.. Μια βδομάδα στην Ελεσσέα ήταν αρκετή για να πουλήσει ότι είχε φέρει από την τελευταία τρίμηνη παραμονή του σε αυτήν, η έρημος, οι άνθρωποι της και οι περιπέτειες της τον περίμεναν.
Με τα χρήματα που μάζεψε ανανέωσε και επισκεύασε τον εξοπλισμό του, αναπλήρωσε το απόθεμα των βοτάνων του που είχε εξαντληθεί και τις τελευταίες δύο μέρες είχε στρωθεί στο φαΐ και το ποτό, βλέπεις είναι πάντα σε έλλειψη  στα μέρη που τριγυρνάει συνήθως. Στο μόνο  που αντιστάθηκε είναι στα ζάρια και σε όλα τα παιχνίδια της τύχης που κατέκλυζαν όλα τα καπηλειά της πόλης και γίνονταν πάντα αιτία  άσχημων καβγάδων που κατέληγαν στη καλύτερη σε μαυρισμένα μάτια και επώδυνα σκισίματα και κάποιες φορές σε σκοτωμούς, αφού για κάποιους τα αποτελέσματα  της τύχης δεν είναι αρκετά και κοιτάζουν είτε να πάρουν πίσω αυτά που έχασαν είτε   να πάρουν ακόμα περισσότερα από τον άτυχο που έτυχε να πέσει στην αντίληψη τους ότι το πουγκί του έχει ακόμα πολλά να δώσει… 

Η σιλουέτα της Βαλησίνης  με το μώβ μανδύα και την κουκούλα τραβηγμένη λίγο πάνω από τα μάτια που πέρασε το κατώφλι έκανε αυτές τις σκέψεις να διακοπούν απότομα..
 Εγειρε χαμηλότερα το κεφάλι του και ένα μικρό χαμόγελο διαγράφηκε στα χείλη του, εσμιξε λίγο τα φρύδια του σε μια προσπάθεια να φέρει στο νου του όλες τις μνήμες του παρελθόντος απ’ αυτήν. Γύρισε πίσω στον Σί Ράντιαν, την Ισαχάρ στην ηλικία των 11-12 χρονών, θυμήθηκε την εντυπωσιακή Βαλησίνη ντυμένη στα μωβ που είχε γνωρίσει  τότε με τα όμορφα ιριδίζοντα λέπια στο δεξί της μάγουλο, τα περίεργα σύμβολα της γλώσσας της στον αριστερό της ώμο και τις φάσεις της σελήνης αποτυπωμένες στα δάχτυλα της. Σίγουρα δεν είναι για καλό εδώ σκέφτηκε και το χαμόγελο μεγάλωσε στα χείλη του…
Είχε ήδη κάτσει απέναντί του όταν σήκωσε τα μάτια του και την κοίταξε.
“ Κασσάνδρα μου δε δυσκολεύτηκες πολύ είμαι σίγουρος, σου είχα πει πως θα ζω άλλωστε,  Ελεσσέα, Ισαχάρ και έρημο είχες να βάλεις να ψάξουν ! Τι θες όμως εσύ εδώ κάτω; ” Είπε και το χαμόγελο εξαφανίστηκε  απ’τα χείλη του.





Κασσάνδρα Καν

Το κρασί της ήρθε κατευθείαν, τα χείλια της διψούσαν για αυτό. Κατέβασε την μισή κούπα μονομιάς. «Χα, φαντάζομαι έχεις δώσει σε πολλούς την διεύθυνση σου» απάντησε στον Νέαρχο γελώντας. Οι αναμνήσεις του αγοριού στην Βιβλιοθήκη της Ισαχάρ με το πείσμα να μάθει τα πάντα, και την δίψα να ξέρει τα πάντα, αντικαταστάθηκαν από αυτόν τον άνθρωπο που έβλεπε τώρα, έναν ώριμο άντρα με τα μαύρα κατσαρά του μαλλιά, με μερικές άσπρες τρίχες στους κροτάφους και γένια που θα μπορούσαν να κρύβονται μέσα σκαθάρια της ερήμου.

Σε αυτό το παρουσιαστικό αναγνώριζε όμως και κάτι ακόμα. Αυτό ήταν μια εσωτερική δύναμη. Ίσως μια μορφή πνευματικής ισορροπίας, και αυτό αναζητούσε. Δεν είχε άδικο ο φίλος στο γράμμα του. «Αυτόν θα χρειαστείτε» είχε γράψει. Περνούσαν τα δευτερόλεπτα και η Κασσάνδρα κοιτώντας τον κατάματα δεν είχε απαντήσει στο γιατί είχε φθάσει ως την Ελεσσέα για να τον βρει. Η Κασσάνδρα ήταν μαθημένη στο πότε να κρατάει τα λόγια της, και πότε να μιλάει στα ίσα, και γνώριζε ότι ο πρώτος τρόπος δεν θα πετύχαινε στον Νέαρχο. Από νέος ήθελε σταράτες κουβέντες και στα ισα πράγματα.

«Μπελάδες φίλτατε. Δεν ξέρω αν φθάνουν στην έρημο τα νέα για την εξαφάνιση του Σοφού Αλμέρ, Βαλησινου Θεραπευτη της Ακαδημιας; Φαινόμενα ξηρασίας; Πλημμύρες; Ληστές και εχθροί σε κάθε γωνία;» απάντησε τελικά κοιτώντας τα νύχια της σαν να μίλαγε για τον καιρό, ψύχραιμη με τα γεγονότα. Χάρισμα του ιστορικού να μην εμπλέκεται συναισθηματικά στο τι συμβαίνει.

Το χαρτάκι στο διπλανό τραπέζι έδινε και έπαιρνε, και σίγουρα τα αυτάκια τους θα άκουγαν τι έλεγε, οπότε σκύβοντας ελαφρώς πάνω στο τραπέζι είπε χαμηλόφωνα, «Το επτάκτινο αστέρι σου λέει κάτι;»
« Τελευταία τροποποίηση: Μάιος 30, 2021, 04:04:26 μμ by Σολ Οτίγιε »


Νέαρχος

Ήταν έτοιμος να της πει ότι μάλλον ξέχναγε ότι  κινούνταν πάντοτε μόνος και λίγοι ήταν αυτοί που ήξεραν πως θα τον βρουν, αλλά η αναφορά στο ‘επτάκτινο αστέρι’ και τον θεραπευτή τον έκανε να σταματήσει. Λίγα πράγματα ήξερε, σχεδόν τίποτα για την συμμορία με τα περίεργα τατουάζ σε αντίθεση με τον Βαλισήνο θεραπευτή της Ακαδημίας που  τον γνώριζε και τον θαύμαζε , η είδηση της εξαφάνισης του τον είχε ξαφνιάσει και στενοχωρήσει όταν συνέβη.

Στη σκιά, στα σύνορα του τεχνικού πολιτισμού που του άρεσε να ζει  αλλά και πέρα από αυτά δεν περιβάλλονταν μόνο από παρίες που τους είχε ξεβράσει η ζωή αλλά και από άλλους που έβρισκαν προσωρινό  καταφύγιο και ασφάλεια μακριά από διαφόρων ειδών περιπλοκές τις προσωπικής και κοινωνικής τους ζωής.   Άτομα με εξαιρετικό επίπεδο απ’ όλες τις φυλές και τις φατρίες και κυρίως από όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής ζωής που έβρισκαν προσωρινό καταφύγιο και ασφάλεια μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και οι καταστάσεις που είχαν αφήσει πίσω τους ώστε να γυρίσουν ξανά στις προηγούμενες ζωές τους ή να στήσουν νέες με άλλο όνομα, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων σε νέους τόπους και με τρόπους που πολλές φορές τους υπεδείκνυε αυτός. Όλοι αυτοί είχαν πάντα κάτι καινούργιο να του πουν και να του μάθουν είτε μια καινούργια τεχνική, είτε μια αλλαγή σε μια θεραπευτική πρακτική είτε μια είδηση που πολλές φορές δεν είχε γίνει γνωστή ακόμα και στο μέρος που είχε συμβεί… Κάπως έτσι έμαθε και για τον Σοφό Αλμέρ…

“Πως συνδέονται αυτά τα δύο;”  ήταν τελικά αυτό που της είπε, ενώ ο Ραφ διακρίνοντας την ένταση του αφεντικού του, έχωσε επίμονα το μουσούδι του στο χέρι του προσπαθώντας να του αποσπάσει στη προσοχή , να τον χαλαρώσει αλλά το πιθανότερο να κερδίσει κανένα  χάδι και μια καινούργια γνωριμία με την περίεργη Βαλισίνη που το αφεντικό του είχε ξεχάσει να του γνωρίσει...
« Τελευταία τροποποίηση: Ιούνιος 03, 2021, 05:50:31 μμ by Νέαρχος »


Κασσάνδρα Καν

Η απορία του Νέαρχου ήταν εμφανής, και η Κασσάνδρα ήταν έτοιμη να μιλήσει παραπάνω. Το σκέφτηκε πάλι, ο χώρος δεν επέτρεπε να πει παραπάνω. Κοίταξε πάλι με την άκρη του ματιού της στο πλάι. Η παρέα που έπαιζε χαρτί είχε στήσει αυτί. Κάνοντας νόημα στην κοπέλα, της έφερε ένα ακόμα κρασί που τοσο αναζητούσε. «Δεν μπορώ να πω παραπάνω, ίσως κάποια άλλη στιγμή…». Η κοπέλα της έφερε ένα ψάρι στα κάρβουνα, και στον Νέαρχο μια μερίδα αγριογούρουνο. «Φάε καλύτερα» του λέει, «Έχεις πάθει ασιτεία από την έρημο» του είπα και η ίδια ξεκίνησε να απολαμβάνει το ψάρι με τα λαχανικά στο πλάι.

«Είμαι περίεργη Νέαρχε… Το παιδί που γνώριζα κάποτε είναι ακόμα εκεί…» του λέει και δείχνει τον ίδιο. «Κάπου ανάμεσα στην τρίτη και τέταρτη τρίχα από το μούσι σου…» πίνει λίγο ακόμα κρασί. Η ευδιαθεσία ότι έχει ξεκινήσει. «Είμαι περίεργη, πως ήταν η ζωή σου μετά από την Βιβλιοθήκη της Ισαχάρ. Τι έγινε; Τι σε έσπρωξε προς την έρημο… πάλι;»

Η Κασσάνδρα άρχισε να ψάχνει τις αναμνήσεις της. Ένα παιδι, ο Νέαρχος και ο αξιαγάπητος Βιβλιοθηκάριος, το όνομά του οποίου της διέφευγε, μαζί να ψάχνουν, να τακτοποιούν και να την υποδέχονται μόλις εκείνη έφθασε στην μεγάλη βιβλιοθήκη της χώρας των ανθρώπων, διψασμένη για γνώση αλλά και για νερό μιας και το ταξίδι της ήταν δύσκολο ακόμα και για τα νιάτα της. Και κάπου εκεί πέφτει ένα νέφος στην μνημη της, που την δυσκολεύει να διαλύσει και να βγει στην λίμνη των αναμνησεων της από εκείνη την περίοδο… Άτιμη ηλικία, σκέφτεται και ο αξιαγάπητος σκύλος του Νέαρχου, εκεί που αποζητούσε χάδια και προσοχή από το αφεντικό του, την πλησιάζει με άνεση.

Η Κασσάνδρα απλώνει διστακτικά το χέρι, και ο σκύλος δέχεται τα χάδια της. Η ίδια χαμογελάει και του δίνει άπλετη προσοχή, και λίγο από το ψάρι της. Το τρώει με μια μπουκιά και κάθεται στα πίσω πόδια περιμένοντας και άλλο. «Είσαι αξιαγαπητος!» του λέει και του χαϊδεύει την μουσούδα.
« Τελευταία τροποποίηση: Ιούνιος 10, 2021, 03:03:07 μμ by Σολ Οτίγιε »