Η Λυριεν ένιωθε την καρδιά της να χτυπά σε περίεργους ρυθμούς.Καθως τα χέρια τους ήταν μαζί, πιασμένα,της φαινόταν τόσο μα τόσο φυσιολογικό, τόσο οικείο...Τα βήματα τους, αργά και ήρεμα,τους πήγαιναν στο σημείο με τα δέντρα,που έκρυβαν την μικρή λίμνη.
Ένα μικρό πουλάκι γύρισε το κεφάλι του και τους κοίταξε,μα δεν πέταξε μακριά.Η Λυριεν το είδε με την άκρη του ματιού της και χαμογέλασε.
Η σιωπή ανάμεσα τους, έδειχνε μια αμηχανία μα συνάμα έδειχνε και άνεση.Η βαλησινη συνεχώς μιλούσε,και το μυαλό της ήταν μονίμως σε εγρήγορση.Τωρα όμως,ένιωθε μια απίστευτη ηρεμία.Δεν χρειαζόταν να μιλάει συνέχεια,δεν ήταν νευρική, ούτε ήθελε να πει κάτι.Ο Νομεν μίλησε πρώτος, σπάζοντας τη σιωπή."Τι ωραία που τα λέει" χαμογέλασε η Λυριεν,κοκκινιζοντας και η ίδια στα λόγια του.
"... άνετα... αμήχανα..."
Και η Λυριεν ένιωθε ακριβώς το ίδιο.Ανετα και αμήχανα.Τον πήγαινε σε ένα μέρος που είχε περάσει πολλά.Η καρδιά της πήγαινε να σπάσει καθώς περπατούσαν προς τα εκεί.Τα τελευταία δέντρα πριν τη λίμνη,έκαναν την εμφάνιση τούς.Η Λυριεν του έσφιξε λιγάκι το χέρι, χωρίς να το θέλει.Μα την κατέκλυσαν συναισθήματα που είχε κρύψει για καιρό.Μεσα της ένιωθε σαν μικρό παιδάκι,ήταν τόσο χαρούμενη που βρήκε κάποιον να μοιραστεί την καρδιά της.
"Νομεν!!!" Του είπε και σταμάτησε να περπατά απότομα."Σοβαρά δεν έχεις ακούσει το μύθο της Λυριεν?" Τον κοίταξε μέσα στα μάτια και γύρισε όλο της το κορμί προς αυτόν.Μια ενέργεια την κατέκλυσε και μόνο που ξαναείδε αυτά τα σκούρα μάτια.Αυτα τα μακριά μαλλιά.Ηθελε να χαθεί στην αγκαλιά του και να μείνει εκεί,για όσο περισσότερο μπορούσαν.Χωρις να μιλάνε, απλά αγκαλιά.Μα έπρεπε να απαντήσει, γιατί ο Νομεν, όντως δεν ήξερε το μύθο, τουλάχιστον έτσι έδειξε η αντίδραση του.
"Λυριεν σημαίνει ρευστός σε μια γλώσσα που δεν υπάρχει πια.Στη Σιλαλι, έχοντας επαφές με πειρατές από τα παλαιά χρόνια,το όνομα αυτό ήταν από τα πιο συνηθισμένα.Πριν εκατοντάδες χρόνια.Ομως μια Λυριεν, κάποτε, χάθηκε,στην παραλία της Σιλαλι.Ο μύθος λέει,ότι πήγε να ζήσει στις υπόγειες σπηλιές, καθώς ερωτεύθηκε έναν ρετιαριο.Δεν επιτρεπόταν αυτός ο έρωτας,και τους κυνήγησαν για καιρό.Οταν προσπάθησαν να ξαναβγούν από τη σπηλιά που κρύβονταν,δεν βρήκαν την έξοδο προς τη Σιλαλι.Αλλοι λένε ότι πέθαναν εκεί,και άλλοι λένε ότι ακόμα και τώρα,την ώρα του δειλινού,αχνοφαινονται δύο χέρια,να χαιρετανε τα ερωτευμένα ζευγάρια που κάθονται να δουν το ηλιοβασίλεμα και τους δίνουν τις ευχές τους,για μια ελεύθερη ζωή, χωρίς περιορισμούς."
Η Λυριεν τον κοίταξε με μάτια σχεδόν βουρκωμενα.Το όνομα της, της το είχε δώσει ο παππούς της,με την ευχή να βρει έναν έρωτα που όμοιο του να μην έχει δει ξανά ο κόσμος.Αυτο της το είχε πει η μητέρα της,όταν ήταν μικρή.Αλλα τώρα δεν χρειαζόταν να τα πει όλα αυτά στο Νομεν.Οχι τώρα τουλάχιστον.