Η Άρυα σταμάτησε λαχανιασμένη μπροστά απ' την καθηγήτρια Άτρας. Έβαλε για μια στιγμή τα χέρια στα γόνατα, και προσπάθησε να βρει την ανάσα της. Η αλήθεια είναι πως ήταν περήφανη για τον εαυτό της• κατάφερε να ολοκληρώσει τους δέκα γύρους χωρίς να σταματήσει ούτε λεπτό να τρέχει, παρ' όλη τη δυσκολία στην αναπνοή της. Μόλις ένιωσε λίγο καλύτερα, σηκώθηκε και την κοίταξε σοβαρά, έτοιμη για να την επόμενή της διαταγή.
Την είχε παρατηρήσει να τους κοιτά όλους προσεκτικά κατά τη διάρκεια της άσκησης• όλους, εκτός από 'κείνην. Δεν ήξερε αν αυτό ήταν καλό ή κακό, μα αποφάσισε να διώξει αυτή τη σκέψη προς το παρόν.
Την είδε να ψιθυρίζει κάτι τόσο χαμηλόφωνα, που δεν έφτασε ποτέ στα αυτιά τους. Μα, λίγες στιγμές αργότερα, ένα πανέμορφο άτι έκανε την εμφάνισή του. Η Άρυα έμεινε με ανοιχτό το στόμα. Πρώτ' απ' όλα με την σύνδεση που υπήρχε ανάμεσα στους δυό τους, και έπειτα, με την ομορφιά του ζώου.
«Αυτός είναι ο σύντροφός μου, ο Ουρουφίνουε.» τους σύστησε η Ιλίντιεν, και η Άρυα τον κοίταξε στοργικά. Έπειτα η Ιλίντιεν τους εξήγησε πώς να τον πλησιάσουν για να μην δημιουργηθεί σύγχυση, καταλήγοντας στην ερώτηση, "Ποιος θα ξεκινήσει πρώτος;"
Η Άρυα κοίταξε τριγύρω τους συμμαθητές της. Δεν είχε κινηθεί κανείς τους προς το παρόν, οπότε αποφάσισε να κάνει την αρχή. Σήκωσε το χέρι της δειλά, συνοδευόμενο από ένα "Εγώ κυρία Άτρας", και μόλις η καθηγήτρια της ένευσε καταφατικά, πλησίασε κοντά του με αργά, σταθερά βήματα. Σήκωσε σιγά σιγά το χέρι της και το έφερε κοντά στη μουσούδα του, ακριβώς όπως τους είχε συμβουλεύσει η Ιλίντιεν. Ο Ουρουφίνουε το μύρισε για λίγο, και έπειτα έχωσε με φόρα τη μουσούδα του στην παλάμη της, αναζητώντας χάδια. Η Άρυα πισωπάτησε στην αρχή από την τρομάρα της, μα αμέσως χαμογέλασε πλατιά. Χάιδεψε το ζώο, και εκείνο της το ανταπέδωσε με ένα μικρό χάδι στο μάγουλο. Η Άρυα γέλασε.
«Είναι καταπληκτικός» είπε με μάτια που έλαμπαν στην Ιλίντιεν.