Μέσα Φθινοπώρου 1305
Ακόμα και στα μέσα του Φθινοπώρου, η Κασσάνδρα ενθουσιαζόταν με το κολύμπι στα χλιαρά νερά του Ωκεανού. Ένα από τα πιο αγαπητά της μέρη, ήταν στο Νότιο μέρος του ευρύτερου Νησιού της Ακαδημίας, πέρα από το Ιερό Δάσος. Ακολουθούσε πάντα το μονοπάτι που είχαν διαβεί χιλιάδες πριν από αυτήν, αλλά κάπου στη μέση του Δάσους, εκεί που είχε βάλει σημάδι, άλλαζε ρώτα και προχωρούσε μέχρι που έβγαινε μέσα από δέντρα στον μικρό κολπίσκο, διαδρομή από το μονοπάτι μέχρι εκεί περίπου μίας ώρας. Περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας εκεί, μέχρι το απόγεμα, όπου καβάλαγε και πάλι το άλογο της και διάβαινε προς τα πίσω την ίδια διαδρομή.
Σήμερα, είχε ευχαριστηθεί περισσότερο από ποτέ! Ο καιρός ήταν θαυμάσιος, και τα νερά σχεδόν τόσο ζεστά όσο του καλοκαιριού. Καθώς έφθανε το απόγευμα και ο ήλιος είχε ήδη πάρει την καθοδική του πορεία, ήξερε ότι ήταν ώρα να γυρίσει. Πρόσεξε να είναι όλα τα πράγματά της στη θέση τους, και ανέβηκε στο άλογο της. Ένα γκρίζο άτι με το όνομα Σιελάρ. Πήρε τη διαδρομή προς τα πίσω και αργά το βράδυ έφθασε στην Ακαδημία, αφήνοντας τον Σιελάρ, στο Μικρό Λιμάνι όπου και φρόντιζαν όλα τα άλογα της Ακαδημίας, ένα μεγάλο σε ηλικία ζευγάρι Σοβερίνων με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, ενώ παράλληλα ψάρευαν και φρόντιζαν τα ζωντανά τους.
Την επόμενη μέρα η Κασσάνδρα σηκώθηκε και έφτιαξε τα μαλλιά της, φρόντισε τα λέπια της με την κρέμα της, και ντύθηκε όμορφα, όπως πάντα άλλωστε. Μια γυναίκα έχει πάντα την ρουτίνα ομορφιάς της, και η Κασσάνδρα την τιμούσε δεόντως. Κοίταξε την τσάντα της, την ίδια που είχε και χθες, και τρεμάμενη συνειδητοποίησε ότι κάτι λείπει! «Δεν είναι δυνατόν» είπε στον εαυτό της. Αφού έψαξε και τριγύρω και βεβαιώθηκε ότι λείπει, φώναξε γρήγορα την Γείλνα. Η καημένη η Βοηθός της, παρακολουθούσε την Κασσάνδρα να μιλάει ταραγμένα, όπως δεν την είχε ακούσει ποτέ. Ένα βιβλίο, ο κολπίσκος, δύο θεραπευτές, αποστολή, έναν αλχημιστή και έναν πολεμιστή, λιμάνι, απόγευμα… Η Γείλνα, από αυτά τα ελάχιστα, κατάλαβε ότι έπρεπε να βρει μαθητές για μια αποστολή, έναν πολεμιστή, έναν αλχημιστή και δύο θεραπευτές. Έτρεξε γρήγορα, εκεί που μπορούσε να την βρει. Η Σολ Οτίγιε, μια εξαίρετη Αλχημίστρια Νερού θα μπορούσε σίγουρα να βοηθήσει. Βρισκόταν παρέα με τον Πολεμιστή Ζακ Νιλ στο χώρο προπόνησης, και η Γείλνα τους κάλεσε στο Λιμάνι της Ακαδημίας το ίδιο απόγευμα να αναλάβουν μια αποστολή εκ μέρους της Καθηγήτριας Κασσάνδρας Καν. Στη συνέχεια έτρεξε στον κοιτώνα των Θεραπευτών, όπου και εντόπισε τον Ορέλιον Λάρκους και τον ενημέρωσε, και στη συνέχεια στους κήπους της Ακαδημίας, την Χελένα Μεκάμι, όπου και της εξήγησε τα καθέκαστα. Τέλος, γύρισε πίσω στο γραφείο της Καθηγήτριας, όπου και της σέρβιρε το χαλαρωτικό της τσάι και αποσύρθηκε στο δικό της γραφείο να ηρεμήσει και αυτή.
~~~~~
Η Κασσάνδρα ρίχνει μια ματιά στους τέσσερις μαθητές που έχει μπροστά της. Άξιοι όλοι τους για μια τέτοια αποστολή.
«Λοιπόν, χάθηκε ένα πολύτιμο βιβλίο… Ένα βιβλίο μεγάλης αξίας… Περιμένω από εσάς να το βρείτε, και να το φέρετε πίσω στα ασφαλή χέρια της Ακαδημίας!» λέει και χαμογελάει μητρικά στον καθέναν ξεχωριστά.
«Έχετε στο νου σας…» λέει υψώνοντας την φωνή «ότι το Ιερό Δάσος κρύβει κινδύνους… Και θα χρειαστεί να προστατεύετε ο ένας τον άλλον, και να θεραπεύσετε όπου χρειαστεί.» τα λόγια της έκοβαν με δύναμη την ησυχία του ανέμου και της ατμόσφαιράς.
«Τέλος, το δερματόδετο αυτό βιβλίο, έχει μια ιδιαιτερότητα. Αυτή είναι ότι φαίνεται καλύτερα μέσα στο σκοτάδι…» Μην έχοντας να πει παραπάνω, προσευχήθηκε στους Θεούς για την ένδοξη επιστροφή τους, και αποχώρησε στα διαμερίσματα της, αφήνοντας στους στο Λιμάνι να περιμένουν το Λελάνεα, που θα τους μετέφερε στην άλλη άκρη της Λίμνης.